ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ
«Η βιομηχανική αρχαιολογία είναι ο επιστημονικός κλάδος που ασχολείται με τη μελέτη όλων των μαρτυριών, υλικών και άυλων, των τεκμηρίων, των τεχνουργημάτων, της στρωματογραφίας και των κατασκευών, των ανθρώπινων οικισμών και των φυσικών και αστικών τοπίων που δημιουργήθηκαν από τη βιομηχανική δραστηριότητα» (Χάρτα του Νίζνι Ταγκίλ, 2003).
Αν και ο όρος «βιομηχανική αρχαιολογία» ανιχνεύεται από τα τέλη του 19oυ αιώνα, σε ευρεία χρήση τέθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1950 στη Μεγάλη Βρετανία. Η εμφάνιση και εξέλιξη της βιομηχανικής αρχαιολογίας συνδέεται με τη διαδικασία αποβιομηχάνισης των πρώην βιομηχανικών περιοχών, που δημιούργησε πληθώρα ερειπιώνων τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα.
Με τη συμβολή της βιομηχανικής αρχαιολογίας ο σύγχρονος κόσμος συνειδητοποιεί ότι τα υλικά και άυλα κατάλοιπα της παραγωγικής διαδικασίας του παρελθόντος (κτίρια, εργαλεία, μηχανές, τεχνογνωσία, μνήμη της εργασίας κ.λπ.) είναι φορείς ιστορίας και χρειάζονται προστασία.
Σήμερα έχει διευρυνθεί η οπτική της βιομηχανικής αρχαιολογίας και έχει κατανοηθεί πλέον πως τα βιομηχανικά κατάλοιπα πρέπει να ερμηνευθούν στο πλαίσιο της ιστορίας της κοινωνίας, της οικονομίας και της τεχνολογίας.
ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ
«Η βιομηχανική κληρονομιά περιλαμβάνει τις τοποθεσίες, τις εγκαταστάσεις, τα συγκροτήματα, τις περιοχές και τα τοπία, καθώς και τον σχετικό με τα παραπάνω εξοπλισμό, τα αντικείμενα ή τα τεκμήρια τα οποία παρέχουν πληροφορίες για βιομηχανικές διαδικασίες παραγωγής του παρελθόντος, είτε αυτές έχουν σταματήσει είτε συνεχίζονται ακόμη, την εξόρυξη πρώτων υλών, τη μετατροπή τους σε προϊόντα και τις συναφείς με αυτά υποδομές ενέργειας και μεταφορών. Η βιομηχανική κληρονομιά αντικατοπτρίζει τη βαθιά σχέση ανάμεσα στο πολιτισμικό και το φυσικό περιβάλλον, διότι οι βιομηχανικές διαδικασίες –αρχαίες ή σύγχρονες– εξαρτώνται από τις φυσικές πηγές πρώτων υλών, τα ενεργειακά και τα μεταφορικά δίκτυα προκειμένου να παραγάγουν και να διανείμουν προϊόντα σε ευρύτερες αγορές. Η βιομηχανική κληρονομιά περικλείει τόσο υλικά στοιχεία –ακίνητα και κινητά– όσο και άυλες διαστάσεις, όπως η τεχνογνωσία, η οργάνωση της εργασίας και των εργαζομένων, αλλά και η σύνθετη κοινωνική και πολιτισμική κληρονομιά που διαμόρφωσε τη ζωή των κοινοτήτων και επέφερε μεγάλες οργανωτικές αλλαγές στις κοινωνίες σε ολόκληρο τον κόσμο.» (TICCIH-ICOMOS, Οι Αρχές του Δουβλίνου, Παρίσι 2011.)