Το μεταλλείο τουτο απαρτιζόμενον εκ δύο παραχωρήσεων γενομένων εις τον κ. Λ. Σκένδερ διά ΒΔ/02-12-1898, στρεμ. 3196,403και απο ΒΔ/26-10-1901 εκ στρεμ. 16172,366, εκμεταλλεύεται η Εταιρεία των μεταλλείων Σκύρου. Το προϊόν τηε εκμεταλλεύσεως μετάλλευμα χρωμιούχου σιδήρου αποστέλλεται και πωλείται εις την αλλοδαπήν.
Πηγή:
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΝ ΣΥΓΓΡΑΜΑ «ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ», του Ελληνικού Πολυτεχνικού Συλλόγου, επιμέλεια Γ.Π.ΒΟΥΓΙΟΥΚΑ, έτος Ι’, Αθήνα Απρίλιος 1910, Αριθ. 12, σελ 157. Το περιοδικό ευρίσκεται στην ηλεκτρονική βαση δεδομένων του ΤΕΕ.
Η "Ανώνυμη Εταιρεία Μεταλλείων Σκύρου" συστήθηκε το 1907 με μετόχους τους τραπεζίτες Παύλο Γ. Σκουζέ και Δημήτριο Ζαχαριάδη, τον βιομήχανο Φερδινάνδο Ιωαν. Β. Σερπιέρη, τους εκμεταλλευτές μεταλλείων Σπυρίδωνα Δεσπόζιτο και Λουδοβίκο Δεπιάν και τον κτηματία Αντώνιο Ε. Καλλέργη. Το εταιρικό κεφάλαιο ανερχόταν σε 1.000.000 δρχ. υποδιαιρούμενο σε 10.000 μετοχές (από τις οποίες διατέθηκαν οι 8.000). Σκοπός της μεταλλευτικής εταιρείας ήταν να εκμεταλλευτεί δυο μεταλλεία που είχαν παραχωρηθεί με Β. Δ. στο μηχανικό Λεωνίδα Π. Σκένδερ το 1898 και 1901 (3.199 στρεμμάτων η πρώτη παραχώρηση και 16,172 στρεμμάτων η δεύτερη). Η εξορυκτική δραστηριότητα στα συγκεκριμένα μεταλλεία είχε εγκαινιαστεί από το ίδιο τον Λεωνίδα Σκένδερ το 1900, ενώ το 1902 η εκμετάλλευση γινόταν από εταιρεία του Φ. Σερπιέρη. Στην "Ανώνυμη Εταιρεία Μεταλλείων Σκύρου" οι συμβαλλόμενοι συνεισέφεραν α) τα δικαιώματα των εκμεταλλεύσεων, β) τις υπάρχουσες εγκαταστάσεις και σιδηροτροχιές και γ) τις συμφωνίες πώλησης μεταλλευμάτων από το 1904 με τους Οίκους "Krupp" και "Borner & Co Ltd" για 236.000 τόνους μεταλλεύματος συνολικά. Την περίοδο 1900-1910 πωλήθηκαν 245.873 τόνοι μεταλλεύματος από τη Σκύρο, ενώ μέχρι το τέλος του 1912 υπολογίζεται ότι είχαν φορτωθεί σε ατμόπλοια περίπου 300.000 τόνοι χρωμιούχου σιδηρομεταλλεύματος. Η "Ανώνυμη Εταιρεία Μεταλλείων Σκύρου" δημοσίευσε ένα μόνο ισολογισμό μέχρι το 1922, αυτόν του έτους 1918, στον οποίο συμπεραίνεται ότι τα κέρδη (230.000 δρχ.) απορροφήθηκαν όλα από τις δαπάνες. Μετά το 1922 η επιχείρηση δεν είναι αποδοτική. Το 1930 την πλειονότητα των μετοχών διαθέτει ο Γ. Κόππενς, ο οποίος αναλαμβάνει και σύμβουλος της εταιρείας. Η άδεια λειτουργίας ανακλήθηκε το 1951 και η επιχείρηση τέθηκε υπό εκκαθάριση. Στο λιμάνι σώζεται τμήμα της λίθινης σκάλας εκφόρτωσης. Από τη θάλασσα έως και την επάνω πλευρά του δρόμου που οδηγεί στις στοές σώζονται 16 από τις λίθινες βάσεις των σιδηροτροχιών (έχουν σχήμα κόλουρης πυραμίδας με ορθογώνια βάση και ύψος περίπου 55 μέτρα, εξαρτώμενο από τις υψομετρικές διαφορές του εδάφους). Επίσης σώζεται το κτίριο της διοίκησης, το οποίο αγοράστηκε από Άγγλους και λειτουργεί ως ξενώνας ψυχοθεραπείας, καθώς και τμήματα των λίθινων κατοικιών των εργατών. Αν και υπάρχουν μαρτυρίες για την ύπαρξη στοών και καγκελόπορτας της κεντρικής εισόδου του ορυχείου, δεν στάθηκε δυνατό να εντοπιστούν.
Πηγή : Ν.Μπελαβίλας, Λ.Παπαστεφανάκη, Ορυχεία στο Αιγαίο, εκδ. ΜΕΛΙΣΣΑ, Αθήνα 2009, σελ. 233.
Στείλτε μας σχόλια / παρατηρήσεις